Το εντερικό μικροβίωμα αποτελεί το σύνολο των μικροοργανισμών και των γονιδίων τους, που εντοπίζονται φυσιολογικά στο γαστρεντερικό μας σύστημα. Διαμορφώνεται κατά τη γέννηση και είναι σύμμαχός μας ενάντια σε λοιμώξεις από παθογόνους μικροοργανισμούς. Η διατήρηση ενός ισορροπημένου μικροβιώματος σχετίζεται άμεσα με την εύρυθμη λειτουργία του εντέρου και του ανοσοποιητικού μας συστήματος.
Τα προβιοτικά, όπως έχουμε ξαναπεί εδώ, είναι ζωντανοί μικροοργανισμοί (1), που αποικίζουν το έντερο και σε επαρκείς ποσότητες συμβάλλουν στην ισορροπία του εντερικού μικροβιώματος.
Όλο και περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι η ισορροπία ή ανισορροπία των βακτηρίων στο έντερο σχετίζεται με τη συνολική υγεία ή την εμφάνιση ασθένειας. Πέρα από αυτό, όμως, υπάρχουν και πάρα πολλά άλλα πλεονεκτήματα από την τακτική λήψη προβιοτικών.
1. Τα προβιοτικά συμβάλλουν στην αποκατάσταση της ισορροπίας του εντερικού μικροβιώματος
Τα προβιοτικά περιλαμβάνουν τα «φιλικά» για τον οργανισμό βακτήρια, τα οποία προσφέρουν μια σειρά από σημαντικά οφέλη για τη λειτουργία του οργανισμού, όπως η επαναφορά της ισορροπίας του εντερικού μικροβιώματος (2). Η κατάσταση ανισορροπίας συμβαίνει όταν ο πληθυσμός των «βλαβερών» βακτηρίων είναι μεγαλύτερος από αυτόν των «φιλικών» βακτηρίων. Αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα κάποιας ασθένειας, φαρμακευτικής αγωγής, όπως αντιβίωση, κακή διατροφή κα. Τα συμπτώματα αυτής της ανισορροπίας είναι προβλήματα στην πέψη, διαταραχές στη διάθεση, παχυσαρκία και πολλά άλλα (3).
Τα προβιοτικά μπορούν να ληφθούν από συγκεκριμένες τροφές (προϊόντα ζύμωσης) ή ως συμπληρώματα διατροφής.
2. Τα προβιοτικά συμβάλλουν στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση της διάρροιας
Τα προβιοτικά είναι ευρέως γνωστά για την ιδιότητα τους να προλαμβάνουν τη διάρροια ή να μειώνουν την ένταση της.
Η διάρροια είναι μία πολύ κοινή παρενέργεια της λήψης αντιβιοτικών. Αυτό συμβαίνει, διότι τα αντιβιοτικά δεν έχουν εκλεκτικότητα για το ποια βακτήρια θα στοχεύσουν, οπότε καταστρέφουν και τα παθογόνα αλλά και τα ωφέλιμα βακτήρια (4).
Πολλές μελέτες υποστηρίζουν ότι η χρήση προβιοτικών σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διάρροιας, ως παρενέργεια από κάποια αγωγή με αντιβίωση (5,6,7) και συγκεκριμένα ότι η λήψη προβιοτικών μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης διάρροιας σχετιζόμενης με αντιβιοτικά κατά 42% (8).
Τα προβιοτικά συμβάλλουν επίσης στην αντιμετώπιση της διάρροιας , η οποία δε σχετίζεται με αντιβιοτικά. Μετανάλυση 35 μελετών έδειξε ότι υπάρχουν συγκεκριμένα προβιοτικά στελέχη, τα οποία μπορούν να μειώσουν κατά μία ημέρα (25 ώρες) τη διάρκεια της ιογενούς διάρροιας (9).
Τα προβιοτικά μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης διάρροιας του ταξιδιώτη κατά 8% και επίσης μείωσαν την πιθανότητα εμφάνισης διάρροιας, άλλης αιτιολογίας, κατά 57% σε παιδιά και 26% σε ενηλίκους (10).
Η αποτελεσματικότητα, βέβαια, των προβιοτικών ποικίλει, ανάλογα το βακτηριακό στέλεχος και την ποσότητα στην οποία αυτό προσλαμβάνεται από τον οργανισμό (11).
Στελέχη όπως o Lactobacillus rhamnosus, Lactobacillus casei και ο μύκητας Saccharomyces boulardii σχετίζονται συχνότερα με την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας εμφάνισης διάρροιας (12,13).
3. Τα συμπληρώματα διατροφής με προβιοτικά συμβάλλουν στη ψυχική υγεία
Όλο και περισσότερες μελέτες συνδέουν το υγιές εντερικό μικροβίωμα με τη διάθεση και τη ψυχική υγεία (14).
Από την ανάλυση 15 μελετών βγήκε το συμπέρασμα ότι η χρήση συμπληρωμάτων με στελέχη Bifidobacterium και Lactobacillus για 1-2 μήνες μπορεί να βελτιώσει το άγχος, την κατάθλιψη, να βοηθήσει στα συμπτώματα του αυτισμού, στο OCD και στη μνήμη (14).
Μια ομάδα επιστημόνων μελέτησε την επίδραση της κατανάλωσης γιαουρτιού, ενισχυμένο με προβιοτικά, σε 70 άτομα για 6 εβδομάδες και βρήκε ότι αυτοί που λάμβαναν προβιοτικά σε καθημερινή βάση εμφάνισαν βελτίωση στη διάθεση (από άγχος, στρες, κατάθλιψη), αλλά και στη συνολική υγεία τους (15).
4. Ορισμένα στελέχη συμβάλλουν θετικά στην υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος.
Τα προβιοτικά μπορούν να συμβάλλουν στην υγεία της καρδιάς μειώνοντας την «κακή» LDL χοληστερόλη στο αίμα, καθώς και την αρτηριακή πίεση.
Ορισμένα βακτήρια, τα οποία παράγουν γαλακτικό οξύ, μπορούν να μειώσουν τη χοληστερόλη με τη διάσπαση της χολής (16). Η λειτουργία της χολής είναι να βοηθά τη διαδικασία της πέψης και φυσιολογικά αποτελείται ως επί το πλείστoν από χοληστερόλη. Με τη διάσπαση της χοληστερόλης λοιπόν εμποδίζεται η εντερική απορρόφηση της και έτσι μειώνεται η ποσότητα που εισέρχεται στο αίμα (17).
5. Τα προβιοτικά μπορεί να μειώσουν τα συμπτώματα αλλεργίας ή εκζέματος.
Συγκεκριμένα προβιοτικά στελέχη μειώνουν την έξαρση του εκζέματος σε παιδιά και βρέφη. Σε μια μελέτη διαπιστώθηκε ότι τα βρέφη που έλαβαν γάλα, ενισχυμένο με προβιοτικά, είχαν βελτίωση στην εικόνα του εκζέματος τους, σε σχέση με βρέφη που δεν είχαν λάβει προβιοτικά στο γάλα τους (18).
Μια άλλη μελέτη σε παιδιά και γυναίκες, οι οποίες είχαν λάβει προβιοτικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, έδειξε ότι τα παιδιά είχαν κατά 83% μειωμένη πιθανότητα να εμφανίσουν έκζεμα τα 2 πρώτα χρόνια της ζωής τους (19).
6. Τα προβιοτικά μειώνουν τα συμπτώματα ορισμένων γαστρεντερικών παθήσεων.
Ορισμένα προβιοτικά στελέχη, όπως το Bifidobacterium και Lactobacillus, έχουν συμβάλλει στη βελτίωση των συμπτωμάτων στην ελκώδη κολίτιδα (20). Επίσης, τα προβιοτικά φαίνεται να βοηθούν και σε άλλες εντερικές παθήσεις, όπως το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου (21).
7. Τα προβιοτικά ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Τα προβιοτικά ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και αποτρέπουν την ανάπτυξη παθογόνων μικροοργανισμών (22).
Επίσης, κάποια προβιοτικά φαίνεται να προωθούν την παραγωγή αντισωμάτων, ενεργοποιώντας την παραγωγή Τ-λεμφοκυττάρων και των φυσικών φονικών κυττάρων (23,24).
Τα αποτελέσματα μιας μελέτης σε παιδιά έδειξαν ότι με τη χρήση Lactobacillus GG μειώνεται η συχνότητα και η ένταση των πνευμονολογικών λοιμώξεων κατά 17% (25).
+1 Τα προβιοτικά συμβάλλουν στην απώλεια βάρους και λίπους.
Τα προβιοτικά συμβάλλουν στην απώλεια βάρους μέσω πολλών διαδικασιών26. Για παράδειγμα, κάποια αποτρέπουν την απορρόφηση λίπους στο έντερο. Το λίπος αυτό αποβάλλεται με τα κόπρανα και δεν αποθηκεύεται στον οργανισμό (27,28).
Τα προβιοτικά βοηθούν στην παράταση του αισθήματος του κορεσμού, στην καύση περισσότερων θερμίδων και στην αποθήκευση λιγότερου λίπους. Αυτό οφείλεται στην αύξηση συγκεκριμένων ορμονών, όπως η GLP-1 (29,30).
Μια μελέτη έδειξε ότι οι γυναίκες που έλαβαν Lactobacillus rhamnosus για 3 μήνες έχασαν 50% περισσότερο βάρος, από τις γυναίκες που δεν είχαν λάβει προβιοτικό (31).
Μια άλλη μελέτη σε 210 άτομα έδειξε η λήψη Lactobacillus gasseri, ακόμα και σε μικρές ποσότητες, για 12 εβδομάδες, οδήγησε στη μείωση λίπους στην κοιλιακή χώρα, κατά 8,5% (32).
Ωστόσο, πρέπει να αναφερθεί ότι δε συνεισφέρουν όλα τα στελέχη στην απώλεια βάρους.
Ο καλύτερος τρόπος για να απολαύσετε τα οφέλη των προβιοτικών!
Η λήψη των προβιοτικών μπορεί να γίνει είτε μέσω της τροφής, είτε μέσω ειδικών συμπληρωμάτων διατροφής.
Η πρόταση της CROSS PHARMACEUTICALS είναι το LactoBiome. Αποτελεί συμβιωτική φόρμουλα με προβιοτικά, πρεβιοτικά και βιταμίνες του συμπλέγματος Β για την εξισορρόπηση και αποκατάσταση του εντερικού μικροβιώματος, με 5 δις ζώντα βακτηριακά στελέχη (LGG, S. boulardii, L. acidophilus, L. bulgaricus, S. Thermophilus, Bifidobacterium bifidum).
Τα προβιοτικά εντοπίζονται επίσης και σε προϊόντα ζύμωσης, όπως το γιαούρτι, το κεφίρ, το ξινολάχανο, οι πίκλες κα.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι και η ποσότητα των προβιοτικών στελεχών παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, καθώς σε μικρή ποσότητα δεν έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, ενώ σε μεγάλη ποσότητα, μπορεί να υπάρξουν παρενέργειες. Οι περισσότερες μελέτες συνιστούν 1-100 δις ζώντων βακτηριακών στελεχών (CFU)/ ημέρα.
1. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/24912386/
2. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/15481739/
3. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22424233/
4. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/19018661/
5. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/26695080/
6. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22570464/
7. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22071814/
8. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22570464/
9. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/21069673/
10. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/16728323/
11. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/18542041/
12. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22071814/
13. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/16728323/
14. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/25862297/
15. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/25879690/
16. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22611376/
17. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/22611376/
18. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/11069570/
19. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/23083673/
20. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/25793197/
21. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/19091823/
22. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/12801956/
23. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/14557292/
24. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/12369194/
25. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/11387176/
26. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/24070562/
27. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/25884980/
28. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/18684338/
29. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/23836895/
30. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/20927337/
31. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/24299712/
32. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/23614897/